Η απόφοιτη της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ., Αγγελική Μιχαλάκη, μιλά στον διευθυντή του «Σαμιακού Βήματος», Μάνο Στεφανάκη, για την εισαγωγή της στην Ανώτερη Σχολή Χορού της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, μετά από μία ομολογουμένως απαιτητική διαδικασία επιλογής, δημιουργώντας πρωτιά για την ιδιαίτερη πατρίδα της, τη Σάμο.
Κα Μιχαλάκη, από ποια ηλικία ξεκίνησε η ενασχόληση με το χορό;
Η πρώτη μου επαφή με το χορό και συγκεκριμένα με το κλασικό μπαλέτο ήταν στην ηλικία των 8 ετών. Το ερέθισμα, θυμάμαι, έδωσε η θεία μου, η οποία παρακολουθούσε μαθήματα μοντέρνου χορού στη σχολή της κας Χριστίνας Τσαρδούλια, και με προσκάλεσε να παρακολουθήσω ένα απογευματινό μάθημα. Η εικόνα της αίθουσας με τους καθρέφτες και τις μπάρες, καθώς και με τις μικρές μπαλαρίνες που κατέφθαναν στη σχολή με τους κότσους στα μαλλιά, έχει εντυπωθεί πολύ έντονα στη μνήμη μου. Μόλις λίγες μέρες αργότερα, με μεγάλο ενθουσιασμό ξεκίνησα κι εγώ, ως μαθήτρια στη σχολή.
Βρεθήκατε εξαρχής στις τάξεις χορού του «Samos School of Dance» της Χριστίνας Τσαρδούλια; Η διακεκριμένη δασκάλα σας ήταν αυτή που σας οδήγησε προς το κλασικό μπαλέτο ή νιώσατε ότι αυτό σας ταιριάζει; Δοκιμάσατε και άλλα είδη χορού;
Βρέθηκα εξαρχής στις τάξεις χορού του «Samos School of Dance». Πολύ γρήγορα η σχολή έγινε το δεύτερο σπίτι μου. Όσο για τη δασκάλα μου, την κα Χριστίνα, τι να πρωτοπώ. Η παρουσία της ήταν σίγουρα κομβική για τη μετέπειτα εξέλιξή μου και τη σχέση μου με το χορό. Κι αυτό διότι ήταν εκείνη που με ώθησε να γνωρίσω αυτόν τον απέραντο συν-κινητικό και συν-κλονιστικό κόσμο της τέχνης. Δίπλα της έμαθα, ίσως το πιο σημαντικό, να εκφράζω τα όσα νιώθω, χορεύοντας.
Η αλήθεια είναι ότι το μπαλέτο είναι ο θεμέλιος λίθος, που λέμε, δίνει γερές βάσεις και η κα Χριστίνα βεβαίως το γνωρίζει και επιμένει σε αυτό. Πέρα από το κλασικό όμως, έχω δοκιμάσει και εξακολουθώ να πειραματίζομαι και με άλλα είδη, όπως σύγχρονο που λατρεύω και θεωρώ κομμάτι του εαυτού μου, μοντέρνο, Latin, Flamenco, παραδοσιακούς χορούς.
Το μπαλέτο θα είναι πάντα η ρίζα του δέντρου. Το τι μου ταιριάζει όμως είναι σχετικό, γιατί πιστεύω πώς είναι συνάρτηση του τι με εκφράζει μία δεδομένη χρονική στιγμή της ζωής μου. Αυτό επομένως μπορεί να αλλάξει, γιατί ακριβώς είμαστε κι εμείς οντότητες εξελισσόμενες και μεταβαλλόμενες. Κι αυτή ακριβώς είναι η μαγεία του πειραματισμού με την τέχνη, ότι δηλ. είναι ένα αέναο ταξίδι αναζήτησης του εαυτού μας.
Είναι δύσκολο σε μία κοινωνία όπως η ελληνική που δεν έχει κουλτούρα και παράδοση στην τέχνη του χορού, να συνδυάσει ένα παιδί αυτά που πρέπει να κάνει με αυτά που θέλει να κάνει. Πρώτα απ΄ όλα γιατί οι απαιτήσεις του σχολείου ολοένα και αυξάνονται, άρα δεν υπάρχει πραγματικά ελεύθερος χρόνος για εξωσχολικές δραστηριότητες. Έπειτα, σε τέτοια ηλικία, δεν υπάρχει καθαρά ελεύθερη βούληση, εφόσον επιλέγουν άλλοι για σένα. Ωστόσο, υποστηρίζω ακράδαντα ότι το καλύτερο ερέθισμα για τους ανθρώπους και πόσο μάλλον για τα παιδιά, είναι η τέχνη, διότι προσφέρει εφόδια που κανένα σχολείο -δυστυχώς- δεν υποστηρίζει. Με τις τέχνες ενεργοποιούνται οι αισθήσεις, ο άνθρωπος μαθαίνει να εκτίθεται και να εκφράζεται, να δημιουργεί και να φαντάζεται. Μιλάμε για μια άλλου είδους ευφυΐα που σίγουρα δεν μπορώ να την εξηγήσω μέσα σε λίγες γραμμές.
Και φτάσαμε στο σήμερα. Σε καταστάσεις πανδημίας για ολόκληρο τον πλανήτη, λόγω του κορωνοϊού Covid-19. Πως βιώσατε την αναγκαστική απομόνωση σε μια πραγματικά πρωτόγνωρη συνθήκη ζωής για όλους; Υπήρξαν τρόποι συνέχισης των μαθημάτων στη διάρκεια του εγκλεισμού;
Μέσα σε όλη αυτή τη δυστοπική πραγματικότητα με τις καθολικές απαγορεύσεις, που όλα πάγωσαν, μαζί και οι τέχνες, ο χορός θα έλεγα ότι ήταν αληθινή διέξοδος κυρίως για τα συναισθήματά μου. Υπήρχαν μέρες που πραγματικά δεν καταλάβαινα πώς αισθανόμουν, η μόνη μου επιθυμία ήταν απλώς να παρατηρώ, που είναι πολύ σημαντικό κι αυτό, μολονότι το αμελούμε. Όλη αυτή την περίοδο είχα μια περίεργη αίσθηση, ένα άγχος, ένιωθα ασταθής και ανασφαλής, όπως όλοι άλλωστε. Έκανα πράγματα που με ευχαριστούσαν και μέσα σε αυτά ήταν και η καθημερινή μου εξάσκηση. Με τη σχολή της ΕΛΣ είχαμε διαδικτυακά μαθήματα κάθε μέρα. Πάντως υπήρχαν και πολλές φορές που ήθελα τόσο πολύ να αδρανώ, γιατί και όλη αυτή η καμπάνια αυτοβελτίωσης και η πίεση του να είμαστε ασταμάτητα παραγωγικοί μέσα στον εγκλεισμό, μου φαίνεται αλλόκοτη. Λες και ο εαυτός πλουτίζει από την κοινωνική αφυδάτωση. Λες και ο πληθωρισμός των ψηφιακών αρχείων είναι εγγύηση δημιουργίας.
Η επόμενη ερώτησή μου αφορά στο οικογενειακό περιβάλλον θεωρώντας ότι αποτελεί βασικό παράγοντα της όποιας εξέλιξης. Οι γονείς υπήρξαν υποστηρικτικοί ή επιφυλακτικοί διαπιστώνοντας πόσο σας άρεσε και προφανώς σας «γέμιζε» η ενασχόληση με το χορό;
Οι γονείς μου υπήρξαν υποστηρικτικοί για αυτή μου την επιλογή, καθώς αναγνώριζαν ότι όλο αυτό με «γέμιζε». Ωστόσο, στο λύκειο αρχίζουν οι αμφιβολίες, διότι καλούμαστε, φτάνοντας στο τέλος της σχολικής μας πορείας, να πάρουμε ορισμένες αποφάσεις και ζυγίσουμε τα πράγματα. Και οι γονείς μαζί σε όλο αυτό. Αλίμονο βέβαια κι αν είναι υγιές και ισορροπημένο αυτό για έναν έφηβο (!).
Έτσι και οι δικοί μου γονείς θεωρούσαν ότι είναι απλά ένα χόμπι, αλλά δεν τους κατηγορώ, γιατί αυτή η ανασφάλεια προκύπτει από τη γνώση των δυσκολιών με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπος ένας χορευτής όταν πρόκειται να αναζητήσει την επαγγελματική του αποκατάσταση και δη στη χώρα μας.
Όταν πετύχατε την είσοδό σας στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, δεν διακόψατε τη σχέση σας με το χορό; Δεν υπήρξε «διάλειμμα» ώστε να αφοσιωθείτε στην πρόκληση των σπουδών στο πανεπιστήμιο;
Ως φοιτήτρια Νομικής, όχι απλά δεν διέκοψα τη σχέση μου με το χορό, αντιθέτως οι ώρες εντατικοποιήθηκαν. Στη Θεσσαλονίκη λοιπόν, έρχεται το δεύτερο μεγάλο κίνητρο, η σχολή «Diagonal» με τους καθηγητές μου Νάντια Κοντζιάμπαση, Γιάννη Μαργαρώνη και Φένια Χατζάκου. Η έμπνευση μεγάλη, οι παραστάσεις εξαιρετικές, σκληρή δουλειά και τεράστια αγάπη για το χορό. Η προσπάθεια από μέρους μου ήταν σίγουρα μεγάλη δεδομένων των υποχρεώσεων που παράλληλα έτρεχαν με τη Νομική. Πρόκειται σίγουρα για μία πολύ απαιτητική σχολή, που δυστυχώς χρειάζεται πλήρη αφοσίωση. Καθόλου όμως δεν με πτόησε αυτό. Προσάρμοσα το πρόγραμμα σπουδών στις δικές μου ανάγκες, όσο μπορούσα τουλάχιστον, με μικρά «διαλείμματα» από το χορό στις εξεταστικές περιόδους και επιστροφή όμως με ακόμη περισσότερο ενθουσιασμό και δυναμισμό.
Όλη αυτή την ώρα δεν έχουμε μιλήσει καθόλου για την απαιτητική διαδικασία επιλογής στην Ανώτερη Σχολή Χορού της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Μιλήστε μας γι΄ αυτή. Τι περιλαμβάνει η όλη διαδικασία ώστε να επιτύχει κάποια ή κάποιος την είσοδό του;
Η διαδικασία επιλογής περιελάμβανε μία εβδομάδα μαθημάτων μπαλέτου και σύγχρονου χορού. Αυτό είναι πάρα πολύ καλό για τους εξεταζόμενους, διότι τους δίνεται η δυνατότητα αφενός εξοικείωσης με το χώρο, το χρόνο, αφετέρου με το άγχος που δυστυχώς είναι εκεί σε κάθε εξέταση. Συνεπώς, κανείς δεν κρίνεται από μία μέρα και πόσο μάλλον στο καλλιτεχνικό κομμάτι που ούτως ή άλλως τα κριτήρια είναι υποκειμενικά. Η κριτική επιτροπή αποτελείτο από πολλούς καθηγητές, γεγονός που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. Και μόνο η διαδικασία της ακρόασης ήταν μοναδική εμπειρία στις μεγαλειώδεις αίθουσες του ΚΠΙΣΝ (Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος). Υπήρξε πολύ καλή οργάνωση όσον αφορά τη διαδικασία διεξαγωγής της εξέτασης. Παρά το όλο άγχος, μπορώ να πω πως ένιωθα πολύ όμορφα που βρισκόμουν εκεί.
Το αν θα επιτύχει κανείς δεν επιδέχεται μονοδιάστατη απάντηση, καθώς πρόκειται για κάτι μεταβλητό που εξαρτάται από πάρα πολλά πράγματα, ορισμένα από τα οποία δεν είναι καν στο χέρι του εξεταζόμενου. Σίγουρα, βασικός παράγοντας είναι ο ανταγωνισμός, εξαρτάται από τη «φουρνιά» που λέμε. Έπειτα, εξετάζονται οι τεχνικές δυνατότητες, η μυική δύναμη, η ευλυγισία, η μουσικότητα, η χορευτικότητα, η γρήγορη αντίληψη της πληροφορίας, η ικανότητα αυτοσχεδιασμού, η εξωτερική εμφάνιση. Όλα παίζουν το ρόλο τους.
Φωτογραφία: Νίκος Αγγελής |
Ο χορός για μένα είναι ο τρόπος να μοιραστώ τη δική μου ιστορία, τα δικά μου βιώματα και να συνδεθώ με τους άλλους ανθρώπους, να ακούσω τις δικές τους ιστορίες. Πολλές φορές νιώθω το σώμα μου, πραγματικά να έρχεται πρώτο απ’ όλα. Μπορεί να αντιληφθεί και να ερμηνεύσει ερεθίσματα της καθημερινότητας, που το μυαλό δεν έχει καν προλάβει, να αναλύσει και να επεξεργαστεί. Σίγουρα είναι μια στιγμή βαθιάς ειλικρίνειας με το εγώ μου, είναι η στιγμή που συγκεντρώνομαι πραγματικά στον εαυτό μου και αρχίζει η εξερεύνηση σε νέους τόπους, τόπους πιο βαθείς, πιο σκοτεινούς, πιο εκστατικούς, δεν ξέρω που θα με βγάλει. Τέλος, θέλω να πω ότι σε όλη αυτή τη φρενίτιδα του 2020, που πραγματικά όλα στη σύγχρονη καθημερινότητα τρέχουν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, με τρομερή ταχύτητα κι εγώ τρέχω πίσω απ’ όλα αυτά να τα προλάβω, χωρίς καν να αντιληφθώ τι συμβαίνει, απλά να τα προλάβω, έρχεται ο χορός να σταθεί ως παύση, σε όλα αυτά, γιατί εκεί μπορώ να ορίσω εγώ τον δικό μου ρυθμό, τον δικό μου παλμό, να ορίσω πως θα αναπνέω.
Αφού σας ευχαριστήσω για το χρόνο που μου διαθέσατε και δώσω ακόμη μια φορά τα συγχαρητήριά μου για τις επιτυχίες σας, να ζητήσω να μάθουμε, αν θέλετε να τη μοιραστείτε μαζί μας, μια ευχή σας για το μέλλον;
Κύριε Μάνο, θα ήθελα πραγματικά να σας ευχαριστήσω που μου δώσατε αυτήν την ευκαιρία.Κλείνοντας, λοιπόν, να προσθέσω την ευχή μου: Να έχουμε ορμή και πάθος για τα πράγματα που κάνουμε. Να ρισκάρουμε, αφήνοντας πίσω φόβους και αναστολές. Να αμφισβητούμε, να δοκιμάζουμε το νέο και να είμαστε ανοιχτοί στο έτερο, το αλλόκοτο, το πρωτόγνωρο. Αυτό είναι το ταξίδι της αναζήτησης που σε κάποιους μπορεί να φαντάζει ουτοπικό κι ονειροπόλο, για μένα όμως η ουτοπία είναι αυτή που με πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα.
Από την έντυπη έκδοση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου