Η προγραμματική σύμβαση «Ερευνητικές και ενημερωτικές δράσεις για ενίσχυση της ετοιμότητας της αναφορικά με την άμεση εκρίζωση του παθογόνου Xylella fastidiosa σε περίπτωση εντοπισμού του» - XyLeVA που υπογράφηκε μεταξύ της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου και του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ (Ινστιτούτο Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου) έχει ως σκοπό την αύξηση του βαθμού ετοιμότητας αυτής της νησιωτικής περιοχής της Ελλάδας έναντι του παθογόνου.
Στο πλαίσιο του έργου «XyLeVA, τον Απρίλιο του 2024 υλοποιήθηκαν δειγματοληψίες σε ελαιώνες των νησιών Σάμου και Ικαρίας. Οι δειγματοληψίες πραγματοποιήθηκαν σε ασθενή δένδρα τα οποία εμφάνιζαν παρόμοια συμπτώματα με αυτά που προκαλεί το παθογόνο βακτήριο X. fastidiosa τα οποία ήταν χλωρώσεις, συστροφές και καψαλίσματα των φύλλων, νεκρώσεις των κορυφών αλλά και ολόκληρων κλαδίσκων, κλάδων και βραχιόνων. Αφού αποκλείστηκε, κατόπιν εργαστηριακής ανάλυσης, η πιθανότητα τα συμπτώματα αυτά να οφείλονται σε προσβολές από το βακτήριο X. fastidiosa καταβλήθηκε προσπάθεια για προσδιορισμό του παθογόνου αιτίου για την εκδηλούμενη συμπτωματολογία. Ειδικότερα, πραγματοποιήθηκε απομόνωση των πιθανών φυτοπαθογόνων μυκήτων σε τεχνητό θρεπτικό υπόστρωμα και ακολούθησε η ταυτοποίησή τους με βάση τα μορφολογικά χαρακτηριστικά τους αλλά και με μοριακής αλληλούχιση της γονιδιακής περιοχής ITS και άλλων διαφορετικών κατά περίπτωση γονιδίων. Συνοπτικά, τα μέχρι τώρα αποτελέσματα έδειξαν ότι στη Σάμο οι φυτοπαθογόνοι μύκητες που κυριαρχούν και σχετίζονται με ασθένειες του ξύλου ανήκουν κυρίως στα γένη Pseudophaeomoniella,Pleurostoma και Comoclathris. Επίσης διαπιστώθηκε η ύπαρξη αρκετών άλλων μυκήτων οι οποίοι μάλλον δεν αποτελούν πρωτογενή παθογόνα αίτια σήψεων και μεταχρωματισμών στον ξυλώδη ιστό αλλά συνδέονται κυρίως με ξυλοφάγα έντομα. Ενδιαφέρον είναι επίσης ότι στη Σάμο όπως και στη Χίο (όπου έχουν γίνει ανάλογες επισκοπήσεις στα πλαίσια του έργου XyLeVA) απομονώθηκε ένα νεοφανές δυνητικό παθογόνο της ελιάς που ανήκει στο γένος Kirschsteiniothelia. Η φυτοπαθογόνος ικανότητα των απομονώσεων Kirschsteiniothelia spp και κατά πόσο αυτές μπορούν να αποτελέσουν σοβαρό πρόβλημα για την ελαιοκαλλιέργεια των νησιών είναι αυτή τη στιγμή υπό διερεύνηση. Στην Ικαρία η επισκόπηση έδειξε ότι όσον αφορά τα παθογόνα του ξύλου της ελιάς κυριαρχεί το γένος Pseudophaeomoniella και συγκεκριμένα τα είδη P. olea και P. oleicola. Οι μύκητες του γένους Pseudophaeomoniella αποτελούν νέο αναδυόμενο παθογόνο στις παραμεσόγειες περιοχές καλλιέργειας της ελιάς για το οποίο ακόμα δεν έχουμε πλήρη εικόνα σχετικά με την βιολογία του.
Σκοπός του παρόντος άρθρου, εκτός του να γνωστοποιηθούν στο ευρύ κοινό τα αποτελέσματα της προσπάθειας αποτύπωσης της φυτοπαθολογικής κατάστασης των ελαιώνων που έγιναν στα πλαίσια του έργου XyLeVA, είναι να περιγράφουν και οι κυριότερες ασθένειες του ξύλου της ελιάς που έχουν μέχρι στιγμής καταγραφεί στη χώρα μας και προκαλούν συμπτώματα που ομοιάζουν με εκείνα της Xylella και να δοθούν κάποιες γενικές οδηγίες αντιμετώπισης.
Βερτισιλλίωση
Η βερτισιλλίωση θεωρείται μια από τις κυριότερες ασθένειες της ελιάς στους ελαιώνες των Μεσογειακών χωρών. Αποτελεί μία σοβαρή, συχνά βραδέως εξελισσόμενη ασθένεια των ελαιοδένδρων αλλά και άλλων φυτών ξενιστών, που οφείλεται σε προσβολή των αγγείων του ξύλου μέσω του ριζικού συστήματος, από το μύκητα Verticillium dahliae. Η συγκεκριμένη ασθένεια ανήκει στην κατηγορία μυκητολογικών ασθενειών που ονομάζονται αδρομυκώσεις. Ως προς τη συμπτωματολογία, τα μολυσμένα δένδρα εμφανίζουν χλωρώσεις, συστροφές και ξηράνσεις στα φύλλα και τελικά αποφύλλωση κλαδίσκων και κλάδων (εικόνα 1). Κατά την εξέλιξη της ασθένειας παρατηρούνται ξηράνσεις και νεκρώσεις κλαδίσκων, κλάδων και βραχιόνων, νεκρώσεις ταξιανθιών και συρρίκνωση καρπών. Η συνηθέστερη συμπτωματολογική εικόνα της ασθένειας είναι εκείνη της ημιπληγίας κατά την οποία εκδηλώνεται ξήρανση μέρους της κόμης των δένδρων. Ωστόσο, σε περιπτώσεις έντονης προσβολής, ιδιαίτερα όταν υπάρχει υψηλή συγκέντρωση μολύσματος στο έδαφος και η καλλιεργούμενη ποικιλία ελιάς είναι ευαίσθητη τα μολυσμένα δένδρα νεκρώνονται ολοσχερώς. Ειδικότερα για την ελιά, η βερτισιλλίωση σπανίως προκαλεί καστανό μεταχρωματισμό στα αγγεία του ξύλου. Η ασθένεια μπορεί να εκδηλωθεί με το σύνδρομο του βραδέως μαρασμού, ήτοι ένα μολυσμένο δένδρο να παρουσιάζει ήπια συμπτώματα και καχεξία που διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς όμως να νεκρώνεται, ή με το σύνδρομο της αποπληξίας, κατά το οποίο ένα δένδρο νεκρώνεται ταχύτατα μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα από την εκδήλωση των πρώτων συμπτωμάτων. Μέσα στον αγρό , η βερτισιλλίωση μπορεί να εκδηλωθεί διάσπαρτα, κατά κηλίδες ή κατά γραμμές, ανάλογα και με τις εφαρμοζόμενες καλλιεργητικές πρακτικές. Από την επισκόπηση των ελαιώνων των νησιών Λέσβου και Μυτιλήνης, οι οποίες έγινε στα πλαίσια του έργου XyLeVa δεν διαπιστώθηκαν προσβολές από το συγκεκριμένο μύκητα.
Η ασθένεια αυτή έχει καταγραφεί και στο νησί της Λέσβου όπου προσβάλλει την τοπική ποικιλία Κολοβή ενώ κατά τις επισκοπήσεις στα πλαίσια του έργου XyLeVΑ καταγράφηκε και στην Χίο στην ποικιλία Λαδολιά (Θρουμπολιά Αιγαίου). Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα της ασθένειας είναι η βαθμιαία μάρανση των νέων βλαστών οι οποίοι στη συνέχεια αποξηραίνονται χωρίς αποφύλλωση και ο έντονος καστανός μεταχρωματισμός της ξυλώδους ζώνης ο οποίος επεκτείνεται σε ολόκληρο το μήκος των προσβεβλημένων κλάδων. Στα εντόνως προσβεβλημένα δένδρα οι περισσότεροι βλαστοί ξηραίνονται, τα φύλλα τους γίνονται καστανά και αργότερα αποξηραίνονται αλλά αρχικώς διατηρούνται επί των κλάδων. Στη συνέχεια, παρατηρείται φυλλόπτωση και οι κλαδίσκοι και κλάδοι παρουσιάζονται ξεροί και απογυμνωμένοι. Στην επιφάνεια των προσβεβλημένων κλάδων παρατηρούνται νεκρώσεις του φλοιού με τη μορφή ελαφρά βυθισμένων κηλίδων ή επιμήκων λωρίδων καστανού χρώματος (εικόνα 2). Στην επιφάνεια του προσβεβλημένου φλοιού διακρίνονται μικρά μαύρα στίγματα που αποτελούν τα πυκνίδια του παθογόνου Comoclathris incompta (συν. Phoma incompta). Σε εγκάρσιες τομές των κλαδίσκων παρατηρούνται ραβδώσεις μεγάλου μήκους στον ξυλώδη ιστό ανοιχτού έως σκούρου καστανού χρώματος με διακριτά όρια από τον υγιή ιστό.
Η συγκεκριμένη ασθένεια διαπιστώθηκε για πρώτη φορά σε ελαιόδενδρα στο Πήλιο και αποδόθηκε στο παθογόνοCytospora oleina. Η ασθένεια εκδηλώθηκε αρχικά με μαρασμό των φύλλων σε νεαρούς κλαδίσκους, συμπτώματα τα οποία ομοιάζουν με αυτά που προκαλούνται από άλλους μύκητες όπως το Verticillium dahliae Kleb, Comoclathrisincompta Sacc. & Mart. και Phialophora parasitica. Ωστόσο, η συγκεκριμένη ασθένεια μπορούσε να διακρίνεται εύκολα από την παρουσία ευκρινούς έλκους κατά μήκος των παλαιότερων κλάδων (εικόνα 3). Με αφαίρεση του φλοιού γύρω από την περιοχή των ελκών ήταν ευδιάκριτες σκούρες νεκρωτικές περιοχές οι οποίες μερικές φορές σχετιζόταν με την παρουσία παλιών τομών κλαδέματος. Σε εγκάρσιες και διαμήκεις τομές σε μολυσμένους κλάδους αποκαλύπτονταν έντονοι μεταχρωματισμοί στον ξυλώδη ιστό με σαφή οριοθέτηση μεταξύ ασθενούς και υγιούς τμήματος.
Εικόνα 3. Συμπτώματα εξέλκωσης σε ελιά από το μύκητα Cytospora oleina. |
Η ευτυπίωση διαπιστώθηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας το 1988 σε δύο μόλις δένδρα της ποικιλίας Αμφίσσης, ενός ελαιώνα ηλικίας 3 ετών στην ευρύτερη περιοχή του Βόλου (εικόνα 4). Στα ασθενή δένδρα διαπιστώθηκε ένας εκτεταμένος μεταχρωματισμός στο ξύλο ο οποίος ξεκινούσε από το σημείο ένωσης εμβολίου-υποκειμένου. Εντός της καλλιεργητικής περιόδου τα δενδρύλλια αυτά νεκρώθηκαν ολοσχερώς και από τα ασθενή δένδρα απομονώθηκε ο μύκητας Eutypa lata.
Εικόνα 4. Μεταχρωματισμός ξύλου κλάδου ελιάς σφηνοειδούς σχήματος που οφείλεται στο μύκητα Eutypa lata. |
Η ίσκα αποτελεί μια αναδυόμενη ασθένεια για την ελιά και τα εσπεριδοειδή στην Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως. Οι προσβολές εντοπίζονται κυρίως στον ξυλώδη ιστό του κορμού και των κύριων βραχιόνων όπου παρατηρείται το χαρακτηριστικό σύμπτωμα του μεταχρωματισμού και της σήψης του ξύλου (εικόνα 5). Το ξύλο των έντονα προσβεβλημένων ελαιοδένδρων γίνεται μαλακό, πορώδες, εύθρυπτο και αποκτά έναν κιτρινόλευκο χρωματισμό (ασφαλές διαγνωστικό σύμπτωμα). Επίσης, συχνά παρατηρείται νέκρωση του φλοιού πλευρικά του κορμού δημιουργώντας στη συνέχεια έλκη και σπηλαιώσεις (κουφάλες). Στην επιφάνεια του κορμού και των κύριων βραχιόνων συχνά εμφανίζονται τα καρποσώματα του μύκητα, ιδιαιτέρως όταν επικρατούν συνθήκες υψηλής σχετικής υγρασίας. Το παθογόνο που προκαλεί την ίσκα στην ελιά (ο βασιδιομύκητας Fomitiporia mediterranea) εισέρχεται και μολύνει τα ελαιόδενδρα δια μέσου των μεγάλων τομών του κλαδέματος, εικάζεται όμως ότι μπορεί όμως να μεταδοθεί από δένδρο σε δένδρο και με τα μολυσμένα κλαδευτικά εργαλεία.
Εικόνα 5. Συμπτώματα ίσκας σε ελαιόδενδρα. Σπηλαιώσεις (κουφάλες), εύθρυπτο ξύλο και βασιδιοκάρπιο του μύκηταFomitiporia mediterranea σε κορμό ασθενούς δένδρου. |
Τα συμπτώματα αφορούν σε μια γενική παρακμή των δένδρων που αρχικά εκδηλώνεται με καστανό μεταχρωματισμό και πτώση των φύλλων, μάρανση των κορυφαίων βλαστών, νεκρώσεις κλαδίσκων και κλάδων καθώς επίσης και καστανές ραβδώσεις κάτω από το φλοιό του κορμού, των βραχιόνων και των κλαδίσκων Στα πιο προχωρημένα στάδια της ασθένειας παρατηρούνταν νεκρώσεις και έλκη στο φλοιό (εικόνα 6). Κατόπιν απομόνωσης του παθογόνου στη χώρα μας πρό δεκαετίας, και χαρακτηρισμού του με τη διενέργεια κλασσικών και μοριακών αναλύσεων το παθογόνο αίτιο ταυτοποιήθηκε ως ο μύκητας Pleurostomophora richardsiae.
Εικόνα 6. (A-E) Συμπτώματα σε ελαιόδεντρα προσβεβλημένα με το μύκητα Pleurostomophora richardsiae, (F-G) Μικροσκοπικό παρασκεύασμα του μύκητα. |
Άλλες ασθένειες ξύλου της ελιάς που έχουν καταγραφεί διεθνώς
Οι ασθένειες ξύλου της ελιάς αλλά και άλλων δενδρωδών ειδών και της αμπέλου προκαλούνται από ένα μεγάλο εύρος φυτοπαθογόνων μυκήτων. Οι μύκητες αυτοί προκαλούν μεταχρωματισμό και υποβάθμιση του ξυλώδους ιστού του κορμού, των βραχιόνων και των κλάδων των δένδρων. Παρότι αναλογικά λίγοι από αυτούς τους μύκητες ευθύνονται άμεσα για την νέκρωση των ελαιοδένδρων, εντούτοις μπορούν να προκαλέσουν σημαντική οικονομική ζημιά λόγω της πρόωρης γήρανσης, της παρακμής και της μείωσης της παραγωγικότητας των δένδρων. Εκτός από τους βασιδιομύκητες, μύκητες των γενών Phaeoacremonium, Phaeomoniella και Neofusicoccum έχουν αναφερθεί επίσης ως παθογόνα του ξύλου της ελιάς. Οι περισσότεροι από τους μύκητες αυτούς έχει διαπιστωθεί ότι μολύνουν μέσω των πληγών.
Μέτρα αντιμετώπισης ασθενειών ξύλου της ελιάς
Οι ασθένειες του ξύλου της ελιάς αν και διαφορετικής αιτιολογίας απαιτούν από τον καλλιεργητή παρόμοια μέτρα αποφυγής και αντιμετώπισης, τα οποία συνοψίζονται στα παρακάτω:
Χρήση υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού
Κατά τις νέες φυτεύσεις θα πρέπει να χρησιμοποιείται πιστοποιημένο πολλαπλασιαστικό υλικό το οποίο φέρει τις επίσημες σημάνσεις που εγγυούνται την φυτοϋγεία τους. Θα πρέπει να αποφεύγονται δενδρύλλια τα οποία έχουν παραχθεί σε ερασιτεχνικά φυτώρια ιδίως αυτά που προέρχονται από περιοχές που ενδημούν όλα τα παραπάνω φυτοπαθογόνα.
Απολύμανση τομών κλαδέματος
Οι παραγωγοί θα πρέπει να λαμβάνουν μέριμνα για την απολύμανση των τομών κλαδέματος, ιδιαίτερα αυτών με μεγάλη διατομή, με τα ειδικά σκευάσματα που υπάρχουν στην αγορά.
Απομάκρυνση και κάψιμο προσβεβλημένων τμημάτων ή (όπου υπάρχουν) των βασιδιοκαρπίων.
Θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα έτσι ώστε να απομακρύνονται από τον αγρό όσο γίνεται συντομότερα τα προσβεβλημένα φυτικά τμήματα. Τα τμήματα αυτά θα πρέπει να καταστρέφονται με καύση. Ανάλογη μέριμνα πρέπει να λαμβάνεται και για τα βασιδικάρπια (μανιτάρια) παθογόνων όπως η Fomitiporia.
Απολύμανση κλαδευτικών εργαλείων.
Κατά το κλάδεμα και ανά τακτά χρονικά διαστήματα θα πρέπει να απολυμαίνοντας τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται (ψαλίδια, πριόνια κτλ.) με καταλληλά διαλύματα (π.χ. διάλυμα υποχλωριώδους νατρίου).
Χρήση ανθεκτικών ποικιλιών
Θα πρέπει στην επιλογή της ποικιλίας ελιάς που θα καλλιεργηθεί να συνυπολογίζονται και η παρουσία ή όχι συγκεκριμένων παθογόνων στον αγρό όπου πρόκειται να εγκατασταθεί ο ελαιώνας, αλλά και ο βαθμός ευπάθειας που έχει η συγκεκριμένη ποικιλία σε αυτά.
Σήμανση ασθενών δένδρων-κλάδεμα ξεχωριστά από τα υγιή.
Μια ιδιαίτερα χρήσιμη πρακτική είναι η σήμανση των ασθενών δένδρων και το κλάδεμα τους ξεχωριστά από τα υγιή, συνήθως στο τέλος. Με τον τρόπο αυτό μειώνεται η πιθανότητα μεταφοράς των παθογόνων από τα ασθενή δένδρα στα υγιή.
Οι ασθένειες ξύλου της ελιάς αλλά και άλλων δενδρωδών ειδών και της αμπέλου προκαλούνται από ένα μεγάλο εύρος φυτοπαθογόνων μυκήτων. Οι μύκητες αυτοί προκαλούν μεταχρωματισμό και υποβάθμιση του ξυλώδους ιστού του κορμού, των βραχιόνων και των κλάδων των δένδρων. Παρότι αναλογικά λίγοι από αυτούς τους μύκητες ευθύνονται άμεσα για την νέκρωση των ελαιοδένδρων, εντούτοις μπορούν να προκαλέσουν σημαντική οικονομική ζημιά λόγω της πρόωρης γήρανσης, της παρακμής και της μείωσης της παραγωγικότητας των δένδρων. Εκτός από τους βασιδιομύκητες, μύκητες των γενών Phaeoacremonium, Phaeomoniella και Neofusicoccum έχουν αναφερθεί επίσης ως παθογόνα του ξύλου της ελιάς. Οι περισσότεροι από τους μύκητες αυτούς έχει διαπιστωθεί ότι μολύνουν μέσω των πληγών.
Μέτρα αντιμετώπισης ασθενειών ξύλου της ελιάς
Οι ασθένειες του ξύλου της ελιάς αν και διαφορετικής αιτιολογίας απαιτούν από τον καλλιεργητή παρόμοια μέτρα αποφυγής και αντιμετώπισης, τα οποία συνοψίζονται στα παρακάτω:
Χρήση υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού
Κατά τις νέες φυτεύσεις θα πρέπει να χρησιμοποιείται πιστοποιημένο πολλαπλασιαστικό υλικό το οποίο φέρει τις επίσημες σημάνσεις που εγγυούνται την φυτοϋγεία τους. Θα πρέπει να αποφεύγονται δενδρύλλια τα οποία έχουν παραχθεί σε ερασιτεχνικά φυτώρια ιδίως αυτά που προέρχονται από περιοχές που ενδημούν όλα τα παραπάνω φυτοπαθογόνα.
Απολύμανση τομών κλαδέματος
Οι παραγωγοί θα πρέπει να λαμβάνουν μέριμνα για την απολύμανση των τομών κλαδέματος, ιδιαίτερα αυτών με μεγάλη διατομή, με τα ειδικά σκευάσματα που υπάρχουν στην αγορά.
Απομάκρυνση και κάψιμο προσβεβλημένων τμημάτων ή (όπου υπάρχουν) των βασιδιοκαρπίων.
Θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα έτσι ώστε να απομακρύνονται από τον αγρό όσο γίνεται συντομότερα τα προσβεβλημένα φυτικά τμήματα. Τα τμήματα αυτά θα πρέπει να καταστρέφονται με καύση. Ανάλογη μέριμνα πρέπει να λαμβάνεται και για τα βασιδικάρπια (μανιτάρια) παθογόνων όπως η Fomitiporia.
Απολύμανση κλαδευτικών εργαλείων.
Κατά το κλάδεμα και ανά τακτά χρονικά διαστήματα θα πρέπει να απολυμαίνοντας τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται (ψαλίδια, πριόνια κτλ.) με καταλληλά διαλύματα (π.χ. διάλυμα υποχλωριώδους νατρίου).
Χρήση ανθεκτικών ποικιλιών
Θα πρέπει στην επιλογή της ποικιλίας ελιάς που θα καλλιεργηθεί να συνυπολογίζονται και η παρουσία ή όχι συγκεκριμένων παθογόνων στον αγρό όπου πρόκειται να εγκατασταθεί ο ελαιώνας, αλλά και ο βαθμός ευπάθειας που έχει η συγκεκριμένη ποικιλία σε αυτά.
Σήμανση ασθενών δένδρων-κλάδεμα ξεχωριστά από τα υγιή.
Μια ιδιαίτερα χρήσιμη πρακτική είναι η σήμανση των ασθενών δένδρων και το κλάδεμα τους ξεχωριστά από τα υγιή, συνήθως στο τέλος. Με τον τρόπο αυτό μειώνεται η πιθανότητα μεταφοράς των παθογόνων από τα ασθενή δένδρα στα υγιή.
Δρ. Εμμανουήλ Μαρκάκης, Δρ. Ματθαίος Μαθιουδάκης, Δρ. Γεώργιος Κατσικογιάννης και Δρ. Νεκτάριος Καβρουλάκης
Από την έντυπη έκδοση του «Σαμιακού Βήματος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου