12 Νοε 2019

Ένα υποβρύχιο στο Κοκκάρι - Στην καρδιά του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου


Ο γεωπόνος και π. πρόεδρος της Κοινότητας Κοκκαρίου, Γιακουμής Αμυρσώνης, μας περιγράφει μία άγνωστη, στους περισσότερους, σημαντική αποστολή, κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, πως ένα υποβρύχιο από τη Μέση Ανατολή ήρθε στο Κοκκάρι και αποβίβασε Άγγλο ταγματάρχη, ονομαζόμενο Κάρντιφ, μαζί με τον ασύρματο.

Βρισκόμαστε στην καρδιά του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου. Η Σάμος Ιταλοκρατούμενη. Ο κατακτητής είχε επιβάλει τους φασιστικούς νόμος του. Η πείνα είχε γενικευτεί. Ο φόβος κυριαρχούσε παντού. Η κατάρρευση του μετώπου στα βόρεια σύνορα απ’ την Αλβανία ως τα οχυρά του Ρούπελ, την άνοιξη του ’41, είχε αναγκάσει τους Σάμιους πολεμιστές σ’ αυτά τα μέρη, να πάρουν το δρόμο της προσφυγιάς και μέσω Τουρκίας (ουδέτερη χώρα), να φθάσουν στη Μέση Ανατολή, Παλαιστίνη και Ιεροσόλυμα. Άλλοι, με χίλιους δυο τρόπους, φορτωμένοι με ψείρα, απογοήτευση, πείνα και φτώχεια, να φθάσουν μέσω Αθηνών, ποικιλοτρόπως, στη Σάμο, στο σπίτι, στις οικογένειές τους.

Γρήγορα, παρά τον πόνο της ήττας, το ηθικό άριστο. Οργανώθηκαν συντόμως στις ομάδες της εθνικής αντίστασης. Ο καιρός περνούσε και ο πόλεμος είχε επεκταθεί σχεδόν σε όλη την υφήλιο. Μάχες επί μαχών, σαμποτάζ και οργανώσεις και προσπάθεια για επιβίωση ήταν ο συνεχής αγώνας και το καθημερινό πρόβλημα. Απώτερος σκοπός όλων ποιος θα επικρατήσει. Φασισμός και ναζισμός ή ελευθερία και δημοκρατία; 

Η Σάμος βρίσκονταν υπό τον ιταλικό ζυγό που και σε αυτούς διέκρινες δύο κατηγορίες, τους αυστηρούς φασίστες του Μουσολίνι, και τους μετριοπαθείς Ιταλούς που δεν ήθελαν τον πόλεμο, όπως αποδείχθηκε αργότερα, που συνθηκολόγησαν με την υπογραφή του Μπαντόλιο. Η κατάσταση μεταξύ του λαού και των κατακτητών, με το πέρασμα των ημερών, μηνών και χρόνων, έχει αρχίσει να μαλακώνει χάρις της ήπιας συμπεριφοράς των κατακτητών που έδειχναν ήπια ανθρώπινα συναισθήματα, ιδίως στα μικρά παιδιά. Και ενώ αυτά συνέβαιναν στην κοινωνία, οι μάχες σε άλλα μέρη συνεχίζονταν και σε άλλα σημεία προετοιμάζονταν. Η Σάμος κομβικό σημείο και το μείζον θέμα των συμμαχικών δυνάμεων ήταν η έλλειψη επικοινωνίας. Ο ασύρματος έπρεπε πάση θυσία να βρεθεί στη Σάμο ούτως ώστε να μεταφέρει ότι είχε σχέση με τον εχθρό και την οργάνωση της κοινωνίας. Όμως ο μηχανισμός αυτός χειρίζονταν από ειδικευμένο πρόσωπο, έμπιστο και αποφασισμένο στην έσχατη στιγμή, ώστε να μην πέσει στα χέρια του εχθρού. Σε αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να τον καταστρέψει και στη συνέχεια να αυτοκτονήσει. Αφού εθεωρήθη ο ερχομός στη Σάμο πράξη αναγκαιοτάτη το επόμενο βήμα ήταν που και πως. Κατόπιν πολλών συζητήσεων και συσκέψεων των επιτελικών συμμαχικών γραφείων κατέληξαν ότι πρέπει να τον μεταφέρει μόνο υποβρύχιο. Φανταστείτε ένα ολόκληρο υποβρύχιο να μεταφέρει έναν μόνο άνθρωπο διασχίζοντας το Αιγαίο με τα τόσα εμπόδια, εχθρικά καράβια, ναρκοπέδια, αεροπλάνα. Πού όμως να τον αποβιβάσει; Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα. Όλοι οι κάβοι ήταν ζωσμένοι από ιταλικά φιλάκια που ήλεγχαν τη θάλασσα επί εικοσιτετραώρου βάσεως και δεν τολμούσε ούτε βάρκα να ψαρέψει άνευ αδείας του Ιταλού υπευθύνου.

Ο Ιωάννης Αμυρσώνης στο Αλβανικό Μέτωπο
Οι τέσσερις τράτες στο Κοκκάρι συνέχιζαν να καλέρνουν και τα ψάρια να ελέγχονται από τους Ιταλούς που αφού έπαιρναν την μερίδα του λέοντος και τα καλύτερα για δικιά τους χρήση, μερικά έδιναν σε οικογένειες φτωχές, δωρεάν και όπου ήθελαν, αποκτώντας έτσι μία οικειότητα με τους ντόπιους. 

Η διοργάνωση του σχεδίου

Τα επιτελικά συμμαχικά γραφεία επέλεξαν τρία σημεία στο νησί που μπορούσε να πλευρίσει το υποβρύχιο. Το ένα ήταν στην περιοχή του Κοκκαρίου και συγκεκριμένα στον κάβο που σήμερα δένουν τα φορτηγά που ξεφορτώνουν τα καύσιμα για το νησί. Όμως εκεί υπήρχαν φυλάκια τα οποία έπρεπε να εξουδετερωθούν χωρίς να χυθεί αίμα, χωρίς να αντιληφθούν κάτι και λάβουν πρόσθετα ελεγχόμενα μέτρα για ασφάλεια οι Ιταλοί φασίστες.

Η ιδέα, το σχέδιο, όσο και φανταστικό να ακούστηκε επεξεργάστηκε λεπτομερώς από την αντικατασκοπεία που εκμεταλλεύτηκε κάποια αχίλλειο πτέρνα του κατοχικού Στρατού που αφού προτάθηκε, συζητήθηκε, έγινε αποδεκτό, διακινδυνεύοντας να προδοθεί και ένα ολόκληρο να κινδυνεύσει να το βουλιάξουν, πέραν των επιπτώσεων που θα είχε στο λαό, όπως συχνά συνέβαινε σε άλλα μέρη.

Τόσα χρόνια, όσες φορές μου έρχονταν στο μυαλό, σκεφτόμουν ότι ήταν ένα εγχείρημα πολύ δύσκολο, τολμηρό και επικίνδυνο να υλοποιηθεί. Όμως έπρεπε να υλοποιηθεί.

Αφού επεξεργάστηκαν τον τρόπο αδρανοποίησης των φυλακίων, εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός ότι οι Ιταλοί, διατηρώντας ακόμη και εν καιρώ πολέμου τα χαρακτηριστικά ενός φιλόμουσο λαού, έκαναν συχνά μουσικές βραδιές μια που πολλοί από αυτούς έπαιζαν μουσικά όργανα και τραγουδούσαν ενώ παράλληλα έλεγχαν όλες τις δράσεις των κατοίκων, τις παραγωγικές εργασίες και μεταξύ αυτών τον έλεγχο στα κατώγια για τυχόν κρυμμένες παράνομες τροφές και όχι μόνο αφού εκεί διατηρούσαν κρασί, λάδι, όσπρια, τυρί, σταφίδες, σύκα κλπ.

Αμυρσώνης Ιωάννης του Αλεξάνδρου. Υπηρέτησε στο πεζικό, έλαβε μέρος στο μέτωπο της Αλβανίας και μετά οργανώθηκε από την υπηρεσία κατασκοπείας και σαμποτάζ.    
Στη φωτογραφία σε νεαρή ηλικία που με το βιολί απέσπασε την προσοχή των Ιταλών καταφέρνοντας να τους παραπλανήσει.

Στις εν λόγω διασκεδάσεις συχνά επιστράτευαν και τους μουσικούς, μεταξύ αυτών και τον πατέρα μου Ιωάννη που έπαιζε βιολί. Ο πατέρας μου είχε γίνει γνωστός στους Ιταλούς διότι όταν ήταν στην Αλβανία, στις σκληρές εκείνες μάχες 1940 -1941, μετά από τις πρώτες νίκες μας μεταξύ των εκατοντάδων Ιταλών που παραδίδοντο ήταν και μερικοί που είχαν μαζί τους κάποιο μουσικό όργανο, βιολί, κιθάρα, φυσαρμόνικα. Ο λοχαγός της μονάδος που υπηρετούσε ο πατέρας μου ζήτησε ποιος ξέρει μουσική και αφού παρουσιάστηκε του είπε. «Θα παραλάβεις όλους αυτούς με τα όργανα και θα τους απομακρύνεις χιλιόμετρα στα μετόπισθεν και θα τους απασχολείς με τη μουσική», κάτι που έγινε. Όμως μετά την κατάρρευση του μετώπου το 1941 (τελικά οι αιχμάλωτοι Ιταλοί ανήλθαν στον αριθμό των 25.000 στρατιωτών), πολλοί από αυτούς ενσωματώθηκαν στα ιταλικά σώματα και κάποιοι βρέθηκαν στη Σάμο γνωρίζοντας τον πατέρα μου και έτσι μαθεύτηκε στο ιταλικό κομάντο της περιοχής Βαθέος και Κοκκαρίου το όνομα του πατέρα μου.

Το σχέδιο λοιπόν ήταν παραπλάνηση της φρουράς των φυλακίων διοργανώνοντας μουσική βραδιά. Η τοπική ομάδα της εθνικής αντίστασης που θα λάμβανε μέρος στο εγχείρημα υπακούει στην ανώτατη διαταγή και διοίκηση και αρχίζει να καταστρώνει το σχέδιο με άκρα λεπτομέρεια και μυστικότητα. Τον βασικό ρόλο ο πατέρας μου, με το να τους προτείνει μια βραδιά μουσικής. Είχαν παρατηρήσει ότι σε τέτοιου είδους εκδηλώσεις άδειαζαν τα φυλάκια. Πράγματι, ο πατέρας μου τους κάνει την πρόταση την οποία αποδέχτηκαν με μεγάλη ευχαρίστηση. Καθιέρωσαν και την ημερομηνία, αφού προηγουμένως είχε προγραμματιστεί η άφιξη του υποβρυχίου.

Ο χώρος ήταν μονίμως ένα σπίτι στην είσοδο του χωριού, ένα μοναδικό και απομονωμένο σπιτάκι, περγαλλάκι το έλεγαν, ούτως ώστε να μην ενοχλούν και ερεθίζουν τους χωριανούς. Αυτό γινόταν εκεί κάθε 2-3 μήνες.

Η ομάδα

Στην ομάδα συμμετείχαν πέντε επιλεγμένα πρόσωπα, φερέγγυα, έμπιστα μέλη της εθνικής αντίστασης. Ο Γιάννης ο πατέρας μου, ο Εμμανουήλ Γεωργούδης, ιδιοκτήτης τράτας, μετέπειτα πρόεδρος στο χωριό, ο Ανδρέας Παρτσάφας, ιδιοκτήτης σπιτιού τύπου ιχθυοπωλείο, ο καϊάφης, ψαράς, ο Μήτσος ο Πάστρας και ο Δημήτρης Ψιψινάκης. Αυτοί είχαν αναλάβει την παρακολούθηση της δράσης όλου του εγχειρήματος. Την παρακολούθηση των φυλακίων, των σκοπών, τη δράση εάν χρειάζονταν, τσιλιαδόρο και την μεταφορά του ασυρματιστού και του ασυρμάτου περνώντας τον μέσα από το χωριό έως την περιοχή Πουρειά, δυτικά του Κοκκαρίου, όπου από εκεί και πέρα θα τον παραλάμβανε άλλη οργανωμένη ομάδα. 

Γεωργούδης  Εμμανουήλ του Ιωάννου.  Υπηρέτησε στο ναυτικό. Με την κατάρρευση του μετώπου οργανώθηκε στην εθνική αντίσταση.
Ας έρθουμε την ημέρα του εγχειρήματος. Όλα τα προγραμματισμένα στο περγαλλάκι έτοιμα. Οι Ιταλοί συγκεντρώθηκαν. Οι Ιταλοί μουσικοί ευδιάθετοι, τα εδέσματα, ψάρια και κονσερβοειδή, άφθονα, και από κρασί μπόλικο. Κάποια στιγμή, κατά τη διάρκεια της διασκέδασης, ένας Ιταλός που διαπίστωσε κάτι, όπως μου είχε διηγηθεί ο πατέρας μου, πάει και του λέει. Τζοβάνι ότζι δεν είσαι Αllegro. Πως να είσαι αλέγκρος – ευχάριστος, όπως μου λέει ο πατέρας μου, όταν έχεις υπόψη όλο αυτό το σκηνικό που εάν πήγαινε κάτι στραβά και το μάθαιναν τότε θα μας εκτελούσαν όλους και τα αντίποινα στο χωριό θα ήταν ολέθρια. Όσο και να θέλω να είμαι ευχάριστος το βάρος της ευθύνης πάλι σκεφτόμουνα και το τι θα μπορούσε να συμβεί στο χωριό, όπως είχαν συμβεί σε άλλα μέρη. Βρήκα μια πρόχειρη δικαιολογία ότι μου πονάει το στομάχι. Ο Ιταλός λέει «μα έχουμε εδώ τον dotore», τον γιατρό. Ο δε γιατρός αμέσως μου φέρνει κάτι χαπάκια για το στομάχι. Αναγκάστηκα τα πήρα, αλλά αλλού ο πόνος, όσο και να 'θελα να κάνω τον θεατρίνο, τον ψυχολογικό πόνο θα τον ξεπερνούσα. Οι ώρες περνούσαν, οι μουσικοί συνέχιζαν, πότε με ιταλικά τραγούδια που τους συνόδευε με μουσική ο πατέρας μου πότε με ελληνικά τραγούδια που τους ήξερε και τους έπαιζε και θα ήξεραν οι φιλόμουσοι Ιταλοί.

Η εξέλιξη της επιχείρησης

Ας δούμε όμως την εξέλιξη της επιχείρησης. Το υποβρύχιο ήρθε στην ώρα του. Η τράτα του Μανόλη στη θέση της με τα προετοιμασμένα ψάρια, το έμπιστο προσωπικό και ο Αντρέας ο ψαράς με το άλογο και τα κοφίνια γεμάτα ψάρια. Ο Εγγλέζος, μαζί με τον ασύρματο, επιβιβάστηκε στη βάρκα και βγαίνουν στη στεριά. Αμέσως το αλλάζουν στολή και βάζει ρούχα χωρικού και στον πυθμένα του ενός κοφινιού μπαίνουν τα ρούχα του και στο άλλο κοφίνι μπαίνει ο ασύρματος, και τα δύο σκεπασμένα με ψάρια. Μπρος λοιπόν ο Αντρέας με το άλογο και τα ψάρια και πίσω ο Μανώλης ο Γεωργούδης με ένα καλάθι με καλύτερα ψάρια που δεν χώραγαν στα κοφίνια συνοδεύοντας τον Εγγλέζο που σε περίπτωση που θα τους έβρισκε η περίπολος θα τον σύστηνε σαν εργάτη και βουβό που δε μιλάει. Είχαμε στο χωριό 2-3 άτομα που δεν μιλούσαν. Ευτυχώς όλα κύλησαν ομαλά, όταν όμως έφτασαν δυτικά στο χωριό, στην περιοχή Πολύμνια να σου η ιταλική περίπολος. Όμως η κατάσταση γνωστή γι΄ αυτούς. Ο Αντρέας ο ψαράς, ο καϊάφης με τα ψάρια, ο Μανώλης ο τρατάρης με τα ψάρια και ο τρίτος, ο άγνωστος, που τον υπέθεσαν εργάτη και δεν του έδωσαν σημασία. Συνέχισαν την πορεία και σε λίγο έφτασαν στο σημείο που τους περίμενε η άλλη ομάδα που θα τον μετέφεραν στον προορισμό του. Πράγματι, βρέθηκαν, έγινε η παράδοση και η παραλαβή και μέχρι εκείνη τη στιγμή όλα καλά.

Παρτσάφας  Ανδρέας του Πέτρου. Υπηρέτησε στο ναυτικό και μετά οργανώθηκε στην εθνική αντίσταση.

Ας έρθουμε στην διασκέδαση που συνεχίζονταν. Τότε, μόλις νύχτωνε και είχε ολοκληρωθεί η επιχείρηση, εμφανίστηκε στην διασκέδαση και ο γνωστός στους Ιταλούς Μανώλης που τον έλεγαν Μανόλο, κρατώντας ένα κουβά πρώτα ψάρια και καλαμάρια Η εμφάνιση έγινε δεκτή με μεγάλη χαρά από τους Ιταλούς, όμως την μεγαλύτερη την αισθάνθηκε ο Τζοβάνι. Ήταν το παρασύνθημα ότι όλα εξελίχθηκαν κανονικά. Σε λίγο ήρθε και ο Αντρέας ο καϊάφης που τους έφερε γλυκό κρασί (εμένα αργότερα όταν μου τα διηγιόνταν ο πατέρας μου ήρθε στο μυαλό μου το αρχαίο «Φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας»), που άρεσε ιδιαίτερα στους Ιταλούς και το θεωρούσαν ως το καλύτερο δώρο! Από την εμφάνιση του Μανόλο όμως άλλαξε και ο τόνος της μουσικής. Το βιολί του Τζοβάνι άρχισε να κελαηδάει και οι στομαχικοί πόνοι εξαφανίστηκαν. Την άλλη μέρα το πρωί ο Ανδρέας ο ψαράς πήγε και πήρε τα ψάρια και το άλογο που το είχαν αφήσει δεμένο σε κάποιο σημείο εκεί που παρέδωσαν τον Εγγλέζο ταγματάρχη με την δικαιολογία ότι στραμπούλιξε το πόδι και δεν μπορούσε να συνεχίσει το άλογο, για να δικαιολογήσουν την επιστροφή τους, εάν τους έπιανε η περίπολος. Το συμβάν της διασκέδασης έγινε πάλι γνωστό από την ευφορία που είχαν την άλλη μέρα οι Ιταλοί και τα πρόσωπα που συμμετείχαν αυτή τη φορά και διεύρυναν τον κύκλο ανθρώπων που επικοινωνούσαν με τους Ιταλούς. Αναρωτιόνταν πως άνθρωποι γνωστοί, που συμμετείχαν στην αντίσταση, συμμετείχαν στην ιταλική διασκέδαση, προσφέροντας ο ένας μουσική, ο άλλος ψάρια και ο άλλος κρασί. Που όμως να φανταστούν τι έκρυβαν τα δώρα. Όμως το εγχείρημα ήταν απολύτως «στεγανό». Απόλυτη σιωπή, πέραν των πέντε που συμμετείχαν στο εγχείρημα, ουδείς άλλος γνώριζε ίχνος της αλήθειας. Το κουτσομπολιό διαρκούσε για καιρό και όταν συναντιούνται μεταξύ τους μου έλεγε ο πατέρας μου ότι είχαν να πουν την κοινή τους φράση «Ο θεός να σε φυλάει από το άδικο». Όμως μόλις έφυγαν και οι τελευταίοι κατακτητές και οι μετά των Ιταλών, οι σκληροί Γερμανοί, και τελείωσε ο πόλεμος, τότε μαθεύτηκε η αλήθεια, όσοι από αυτούς που έκαναν διάφορες φαντασιώσεις και πικρόψυχα σχόλια κρύφτηκαν από ντροπή.

Γι’ αυτό για άλλη μια φορά γράφω το «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε». Τα άλλα διδάγματα από αυτό το συμβάν τα αφήνω στην δικιά σας κριτική. Κλείνοντας αυτό το μικρό αλλά και μεγάλο άγνωστο γεγονός θέλω να τους προτείνω κάτι τέτοιο είδους περιστατικά καλά είναι να βγαίνουν στην επιφάνεια γιατί αποτελούν στοιχεία της πραγματικής ιστορίας που έζησαν οι γονείς μας στα μαύρα χρόνια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου. Καλά είναι να μαθαίνουν οι νέοι τι είχαν τραβήξει οι πριν αυτών γενεές για να είμαστε εμείς ελεύθεροι ζώντας σε ένα δημοκρατικό κράτος και να αποκτούν γνώσεις που θα χρειαστούν για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα στη ζωή. Που δεν είναι μόνο τα ατομικά, αλλά και τα ομαδικά, τα γενικά, τα εθνικά, που ποτέ δεν έχουν πάψει, ακόμα και σε μη εμπόλεμα χρόνια, όπως αυτά τα οποία ζούμε σήμερα, που απαιτούν ομόνοια, συνεργασία, νηφαλιότητα αλλά και δράση.

       




Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΓΡΑΨΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ ΣΤΑ ALERTS ΤΟΥ ΣΑΜΙΑΚΟΥ ΒΗΜΑΤΟΣ

Δώστε μας ένα Email σας για να μαθαίνετε πρώτοι τι συμβαίνει

* indicates required